Κερατόκωνος

Κερατόκωνος

ΚΕΡΑΤΟΚΩΝΟΣ

 Ο κερατόκωνος είναι μία μη φλεγμονώδης πάθηση του κερατοειδούς, η οποία χαρακτηρίζεται από την παρουσία μίας προοδευτικής παραμόρφωσης της επιφάνειάς του. Ο κερατοειδής παίρνει σταδιακά μία «κωνική» μορφή, (επεκτείνεται δημιουργώντας μία προεξοχή), παραμορφώνοντας το είδωλο που σχηματίζεται στο βυθό του ματιού. Ταυτόχρονα παρατηρείται προοδευτική λέπτυνση, ουλοποίηση και τελικά θολερότητα στην περιοχή που υπάρχει ο κώνος.

Το σημαντικό στον κερατόκωνο είναι ότι προκαλεί προοδευτική, μερική ή ολική, πτώση της όρασης η οποία δεν βελτιώνεται με γυαλιά και μπορεί να φθάσει μέχρι και την τύφλωση. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτή η παραμόρφωση βρίσκεται στο κάτω μισό του κερατοειδούς και πρωτοεμφανίζεται σαν ανώμαλος αστιγματισμός. Παρόλα αυτά, όλες οι περιπτώσεις αστιγματισμού δεν οφείλονται αποκλειστικά σε κερατόκωνο.

Καθώς ο κερατόκωνος εξελίσσεται, η μόνη μη επεμβατική μέθοδος που παρέχει στον ασθενή κανονική όραση, είναι οι σκληροί φακοί επαφής (ημίσκληροι κερατοκωνικοί φακοί ή και σκληροί). Αν ο κερατόκωνος συνεχίσει να επιδεινώνεται τότε είναι πιθανή η δημιουργία ουλής στο κέντρο του κερατοειδούς. Αιτιολογία Παρά τις συνεχιζόμενες έρευνες η αιτιολογία του παραμένει ουσιαστικά άγνωστη. Θεωρείται γενικά κληρονομική ασθένεια και ενοχοποιούνται για την εμφάνισή της πολλοί παράγοντες και κυρίως ανωμαλίες της δομής ή του μεταβολισμού των διαφόρων τμημάτων του κερατοειδούς. Παλαιότερα εθεωρείτο σπάνια πάθηση ίσως γιατί δεν υπήρχαν τα διαγνωστικά μέσα για να ανιχνευθεί σε αρχικό στάδιο. Σήμερα γνωρίζουμε ότι δεν είναι τόσο σπάνια. Στην Ελλάδα έχουμε περισσότερα από 20.000 άτομα (περίπου 1 ανά 2.000 κατοίκους) με κερατόκωνο. Εμφανίζεται συνήθως στην εφηβεία όπου και εξελίσσεται σχετικά γρήγορα, στη συνέχεια επιβραδύνεται ο ρυθμός εξέλιξης και σταματά περίπου στα 35 χρόνια ζωής. Πιστεύεται ότι η γενετική, το περιβάλλον και το ενδοκρινικό σύστημα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην δημιουργία του κερατόκωνου.

Συμπτώματα

Ο κερατόκωνος είναι πολλές φορές μια πάθηση ασυµπτωµατική (Forme fruste κερατόκωνος) και η διαπίστωση γίνεται κατά τον προεγχειρητικό έλεγχο διαθλαστικής χειρουργικής. Τα πρώτα σημάδια του κερατόκωνου είναι συνήθως η συνεχώς αυξανόμενη μυωπία και ιδιαίτερα αστιγματισμός και η ανάγκη για συχνές αλλαγές στη συνταγή γυαλιών, η σύγχυση της όρασης με παραμόρφωση των εικόνων, ή θολή όραση η οποία δεν μπορεί να διορθωθεί με γυαλιά.

Άλλα συμπτώματα είναι:

Μείωση οπτικής οξύτητας

Η αυξημένη ευαισθησία στο φως

Δυσκολία οδήγησης κατά τη διάρκεια της νύχτας

Ανώµαλος αστιγµατισµός µη διορθούµενος µε γυαλιά

Παραθλάσεις φωτός, άλως, µονόφθαλµη διπλωπία ειδικά κατά τη διάρκεια της νύχτας

∆υσανεξία µαλακών φακών επαφής

Απότοµη µείωση όρασης λόγω ύδρωπα

Κεφαλαλγίες και γενικά οφθαλμικό άλγος

Ερεθισμός των ματιών, υπερβολικό τρίψημο των ματιών.

Τα συμπτώματα, συνήθως εμφανίζονται κατά το τέλος της εφηβείας. Η νόσος εξελίσσεται συνήθως με αργούς ρυθμούς για 10 εώς 20 χρόνια και στη συνέχεια παύει να εξελίσσεται. Ξεκινά, δηλαδή, συνήθως γύρω στα 15 και η εξέλιξή της «παγώνει» μετά τα 35 χρόνια. Συνήθως εμφανίζεται σαν μυωπία που αλλάζει συνεχώς με αυξανόμενο αστιγματισμό. Αυτή η αρχική αλλαγή, ευαισθητοποιεί τον οφθαλμίατρο για τη διάγνωση. Κάθε οφθαλμός προσβάλλεται συνήθως σε διαφορετικό βαθμό. Με την εξέλιξη η όραση μπορεί να παραμορφωθεί, καθώς ο κερατοειδής γίνεται πιο κυρτός και ουλοποιείται. Ο κερατόκωνος, ιδίως στα πρώιμα στάδια μπορεί να είναι δύσκολο να διαγνωστεί και όλα τα παραπάνω συμπτώματα μπορεί να σχετίζονται με άλλα προβλήματα όρασης. Συμβουλευτείτε τον οφθαλμίατρό σας για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση του κερατόκωνου.

Τρόποι αντιμετώπισης:

  • γυαλιά ή και φακοί επαφής: χρησιμοποιούνται στα αρχικά στάδια της νόσου, κυρίως για να αποκαταστήσουν τα διαθλαστικά σφάλματα (π.χ. μυωπία ή ανώμαλος αστιγματισμός). Όμως ενώ η πάθηση εξελίσσεται, σύντομα τέτοια μέσα αποδεικνύονται αναποτελεσματικά. Ένας μεγάλο ποσοστό ασθενών κάνουν χρήση ημίσκληρων ή σκληρών ημιδιαπερατών κερατοκωνικών φακών για χρόνια
  • ICRS – Intrastromal Corneal Ring Segments: εισαγωγή ενδοστρωματικών κερατοειδικών δακτυλίων. Η μέθοδος ενίσχυε τη δομική ακεραιότητα του κερατοειδούς (ομαλοποίηση τοπογραφικής εικόνας), αποτρέποντας έτσι την περαιτέρω πτώση της οράσεως του κερατοκωνικού οφθαλμού
  • Corneal Collagen Cross Linking (C3R/CXL): μια πρωτοποριακή θεραπεία με ενθαρρυντικά αποτελέσματα που χρησιμοποιεί φωτοσυνθετικούς παράγοντες, όπως η ριβοφλαβίνη (βιταμίνη Β12) και υπεριώδη ακτινοβολία UV-A (διασύνδεση κολλαγόνου με υπεριώδη ακτινοβολία – πολλαπλασιάζονται οι δεσμοί μεταξύ των δοκίδων κολλαγόνου του κερατοειδούς και ισχυροποιείται έτσι η αντοχή-στιβαρότητά-σκληρότητά του)
  • μεταμόσχευση κερατοειδούς (κερατοπλαστική) μερικού ή ολικού πάχους: όταν συναντάται περιστατικό με κερατόκωνο σε πολύ προχωρημένο στάδιο (όταν ο κερατοειδής ‘τρυπάει’ / ‘σχίζεται’ / ‘καταστρέφεται’)